Πολιτική επικοινωνία: από τις «πλατείες» και τα «μπαλκόνια» στο Facebook & το Twitter

Της Λίνας Μυλωνά



«Ραντεβού στο Σύνταγμα» έδινε ο ελληνικός λαός στην κεντρικότερη πλατεία της πρωτεύουσας από τον 19ο αιώνα έως σήμερα με τους πολιτικούς του.  Η κεντρική πλατεία των Αθηνών είχε βαφτιστεί ως «Συντάγματος» προς υπόμνηση της ιστορικής μετάβασης από την απόλυτη μοναρχία στη συνταγματική.
Ραντεβού στο Σύνταγμα, όμως, έδινε τη δεκαετία του ‘80 και ο Ανδρέας Παπανδρέου για τις προεκλογικές του ομιλίες. Αυτοκίνητα καλούσαν στις γύρω γειτονιές για την ομιλία. Τουλάχιστον 100,000 άτομα δούλευαν στις αφισοκολλήσεις και στην οργάνωση μιας τέτοιας πανηγυρικής συγκέντρωσης. Αναρίθμητα πούλμαν έφερναν κόσμο από την επαρχία για να συμμετάσχει σε αυτές. Εκατοντάδες άνθρωποι κρεμόντουσαν από τα μπαλκόνια κρατώντας ελληνικές σημαίες. Το πλήθος ζούσε για τη στιγμή που ο Παπανδρέου έβγαινε στο μπαλκόνι. Βασικά, η Αθήνα ζούσε τον οργασμό της.

Η πολιτική επικοινωνία του χτες επικεντρωνόταν περισσότερο στην επικοινωνία ενός μηνύματος προς το κοινό, δίχως να περιμένει απάντηση σε αυτό το μήνυμα που έστελνε. Αυτή η μονοδιάστατη επικοινωνία, δεν επέτρεπε στον «παραλήπτη» να στείλει την ανταπόκρισή του σε αυτό το μήνυμα, καθώς η πολιτική στρατηγική του κάθε πολιτικού χώρου επικεντρωνόταν περισσότερο στους «δικούς» τους ακροατές παρά να επιχειρούν να επικοινωνήσουν το μήνυμά τους σε μία ευρύτερη βάση πολιτών.
Τριάντα χρόνια αργότερα, το σύνολο του πολιτικού κόσμου στην Ελλάδα έχει αναγάγει τα κοινωνικά μέσα επικοινωνίας και ιδιαίτερα την τηλεόραση και το διαδίκτυο, σε σημείο αναφοράς όλων των δράσεων, κινήσεων και σχεδιασμών του όσον αφορά στη δημόσια επικοινωνία του. Τα κόμματα έχουν χάσει την παραδοσιακή επαφή με τους πολίτες-ψηφοφόρους και οι πολιτικοί στρέφονται αναγκαστικά προς έναν ατέρμονο «επικοινωνισμό».
Στις μέρες μας τα σύγχρονα μέσα έχουν μετατρέψει τις προεκλογικές εκστρατείες σε γεγονότα που οι αρμόδιοι τα διαχειρίζονται με επιδέξιο και επαγγελματικό τρόπο, και ότι όλο και περισσότερο αυτές μοιάζουν με διαφήμιση, με δημόσιες σχέσεις ή μάρκετινγκ παρά με παραδοσιακή πολιτική διαδικασία. Οι νέες συνθήκες απαιτούν από τα κόμματα να προσφεύγουν σε ειδικούς συμβούλους για να έχουν καλύτερη «επικοινωνιακή απόδοση» και με τη σειρά τους οι σύμβουλοι αυτοί ή αλλιώς «νέοι επαγγελματίες της πολιτικής» μετατρέπονται σταδιακά σε βασικούς παράγοντες των κομμάτων. Οι νέοι επαγγελματίες έχουν εντρυφήσει σε ιδιαίτερες επικοινωνιακές τεχνικές (δημόσιες σχέσεις, σκηνοθεσία κ.λπ.) και διαθέτουν δεξιότητες που αποσκοπούν στη χειραγώγηση της κοινής γνώμης. Άμεσα τα κόμματα πλέον προσαρμόζονται στις απαιτήσεις των νέων τεχνολογιών της εποχής.
Τα πλεονεκτήματα από τη χρήση των social media έχουν σχέση κυρίως με την ύπαρξη ενός ευέλικτου και ανοιχτού καναλιού μετάδοσης πληροφορίας, το οποίο διακρίνεται από τη συγκέντρωση μεγάλων κοινών, την παροχή χρηστικών εργαλείων για τη διαχείριση και τη διάδοσή της, τη δυνατότητα εύκολης παραμετροποίησης από τον χρήστη του περιβάλλοντος και των αποδεκτών στους οποίους θέλει να απευθυνθεί. 
Στην Ελλάδα των 11.000.000 κατοίκων, περισσότεροι από 3.500.000 διατηρούν προφίλ στο Facebook. Πρόκειται για το 70,42% των χρηστών ιντερνέτ της χώρας. Στο πλαίσιο αυτό η πολιτική επικοινωνία που άλλοτε ήταν προϊόν σχεδιασμού σε κλειστές αίθουσες, τώρα διαμορφώνεται λεπτό προς λεπτό στον χαώδη κόσμο των social media,  με όλες τις ευκολίες και τους κινδύνους που ενέχονται σε αυτόν. Η δύναμη ενός «like» μπορεί να είναι τόσο ασήμαντη όσο και η δύναμη μιας συμβατικής χειραψίας, ενδέχεται όμως να δημιουργήσει την κρίσιμη μόχλευση που θα απογειώσει ένα μήνυμα και θα πολλαπλασιάσει απρόσμενα την ταχύτητα και την ένταση της μετάδοσης του.
Οι πολίτες πλέον εκφράζουν την πολιτική τους άποψη και γνώμη ελεύθερα στο προσωπικό τους λογαριασμό στο twitter και στο Facebook και τα social media με τη σειρά τους έχουν τη δύναμη να «ανεβοκατεβάζουν κυβερνήσεις».













Σχόλια